Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Jack Kerouac: Lonesome Traveller (1962)


Κι αυτή ήταν η πελατεία του Λαϊκού (μουνο)τριχοεστιατόριου που έτρωγα τα πρωινά με τα τρία αυγά με ξερή φρυγανιά και κουάκερ, ένα μικρό πιατάκι και αραιό καφέ από μπουγαδόνερο, κι όλα αυτά για να γλιτώσω δεκατέσσερα σεντς, έτσι ώστε να το σημειώσω στο μπλοκάκι μου και να αποδείξω ότι μπορούσα να ζήσω άνετα στην Αμερική δουλεύοντας εφτά μέρες τη βδομάδα και βγάζοντας εξακόσια το μήνα, και μπορούσα να ζήσω με λιγότερα από δεκαεφτά τη βδομάδα με νοίκι τεσσεράμισι, εντάξει, μόνο που έπρεπε να ξοδεύω εφτά για να τρώω και να κοιμάμαι στην άλλη άκρη της διαδρομής μου, προτιμούσα πάντως να κοιμάμαι τζάμπα και άβολα στη σκευοφόρο, το πρωινό των είκοσι έξι σεντς ήταν η περηφάνεια μου κι αυτός ο απίθανος μισότρελος σερβιτόρος που σου πέταγε το φαί είχε ένα ψόφιο, ντόμπρο βλέμμα σαν τις ηρωίδες των βιβλίων του Στάινμπεκ το '30. Στο φούρνο δούλευε ψύχραιμα ένας Κινέζος που 'μοιαζε πρεζάκιας με μια πραγματική κάλτσα στα μαλλιά, λες και τον είχανε πλακώσει στο ξύλο στην αρχή της Κομέρσιαλ πριν χτίσουν το Φέρο Μπίλντινγκ, αλλά ξέχασα ότι ήμασταν στα 1952, ονειρευόμουνα ότι ήταν 1860, η εποχή του χρυσού, κι όταν έβρεχε ένιωθες ότι το πίσω δωμάτιο ήταν γεμάτο καράβια.
Τζακ Κέρουακ - "Μοναχικός Ταξιδιώτης" (1962)
Μετάφραση Γιώργος Τασσόπουλος

1 σχόλιο:

  1. Βλ. τη "Συνοικία το Όνειρο" για αντίστοιχες σκηνές νεορεαλισμού με την ίδια χαραμάδα (μάταιης;) ελπίδας

    ΑπάντησηΔιαγραφή